τεχνοκρατία

τεχνοκρατία
η технократия

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "τεχνοκρατία" в других словарях:

  • τεχνοκρατία — Η κυριαρχική επιβολή της τεχνικής στον δημόσιο βίο ενός λαού. Η πρόοδος της βιομηχανίας και των τεχνικών επιστημών δημιούργησε την ανάγκη να υπάρξουν και να αναδειχθούν ειδικευμένα στελέχη, ικανά να ελέγξουν και να κατευθύνουν τον σημαντικό αυτόν …   Dictionary of Greek

  • τεχνοκρατία — η 1. πολιτικοοικονομική θεωρία που δέχεται ότι η μηχανική πρόοδος φέρνει την ανθρώπινη ευδαιμονία. 2. σύστημα διακυβέρνησης, όπου η κυβερνητική πολιτική καθορίζεται από τους τεχνικούς της οικονομίας και της διοίκησης …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • τεχνοκρατικός — ή, ό, Ν [τεχνοκρατία] ο σχετικός με την τεχνοκρατία («τεχνοκρατική αντίληψη») …   Dictionary of Greek

  • Expertokratie — Technokratie (griech.: τεχνοκρατία „Herrschaft der Technik“) bezeichnet – oft im abwertenden Sinne – eine Regierung von Fachleuten und Experten. Kennzeichnend für technokratische Regierungen ist die Ausrichtung ihrer Entscheidungen… …   Deutsch Wikipedia

  • Technokrat — Technokratie (griech.: τεχνοκρατία „Herrschaft der Technik“) bezeichnet – oft im abwertenden Sinne – eine Regierung von Fachleuten und Experten. Kennzeichnend für technokratische Regierungen ist die Ausrichtung ihrer Entscheidungen… …   Deutsch Wikipedia

  • Technokraten — Technokratie (griech.: τεχνοκρατία „Herrschaft der Technik“) bezeichnet – oft im abwertenden Sinne – eine Regierung von Fachleuten und Experten. Kennzeichnend für technokratische Regierungen ist die Ausrichtung ihrer Entscheidungen… …   Deutsch Wikipedia

  • Technokratismus — Technokratie (griech.: τεχνοκρατία „Herrschaft der Technik“) bezeichnet – oft im abwertenden Sinne – eine Regierung von Fachleuten und Experten. Kennzeichnend für technokratische Regierungen ist die Ausrichtung ihrer Entscheidungen… …   Deutsch Wikipedia

  • Технократия — Формы правления, политические режимы и системы Анархия Аристократия Бюрократия Геронтократия Демархия Демократия Имитационная демократия Либеральная демокр …   Википедия

  • τεχνοκρατικός — ή, ό επίρρ. ά αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην τεχνοκρατία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»